Ό,τι λέμε σε αυτό το σημείο είναι γνωστό, αλλά ένα μικρό παράδειγμα θα το κάνει ακόμα πιο σαφές.
Απλά επιλέξτε 10 διαφορετικά άτομα (διαφορετική ηλικία, μορφωτικό επίπεδο, φύλο…) και ρωτήστε τους με ποιο τρόπο καθορίζουν αν μια ταινία είναι καλής ποιότητας. Θα λάβετε, κατά πάσα πιθανότητα, πολύ διαφορετικές απαντήσεις: κάποιοι θα προτιμούν την δράση και τα ειδικά εφέ, κάποιοι άλλοι θα δώσουν έμφαση στην μουσική, άλλοι θα εστιάσουν στον ρομαντισμό, και άλλοι θα πολιτισμικά μηνύματα και τις προσφορές. Το ίδιο συμβαίνει και με τα τρόφιμα: κάποιοι προτιμούν ζαμπόν με καλή υφή και κάποιοι το θέλουν μαλακό, κάποιοι προτιμούν τα πολύ ώριμα φρούτα ή τις ντομάτες, κάποιοι όχι.
Η λέξη «ποιότητα» έχει χρησιμοποιηθεί τόσο εκτεταμένα που μπορεί να μην σημαίνει και τίποτα. Στο σχεδιάγραμμα αυτής της σελίδας επεξηγούνται κάποια από όσα περικλείει αυτή η λέξη: θα τα ονομάσουμε «διαστάσεις» της ποιότητας:
Φυσικά τα τρόφιμα πρέπει να έχουν καλή γεύση, ωστόσο αρκετοί καταναλωτές είναι πρόθυμοι να ανταλλάξουν την γεύση για την υγεία: είναι λιγότερο εύγεστο αλλά πιο υγιεινό. Και τι σημαίνει υγιεινό; Μπορεί να σημαίνει ότι περιέχει «περισσότερα» από κάποια στοιχεία (π.χ. βιταμίνες) τόσο λόγω φρεσκάδας και μεθόδων παραγωγής που χρησιμοποιήθηκαν, όσο και γιατί μπορεί να προστέθηκαν τέτοια στοιχεία. Μπορεί να σημαίνει ότι περιέχει «λιγότερα» από κάποια στοιχεία που θεωρούνται ανθυγιεινά (π.χ. λίπη, ζάχαρη, αλάτι, αλλά επίσης μέταλλα, χημικά κατάλοιπα, κλπ.)
Η προέλευση είναι σημαντικό στοιχείο ποιότητας, καθώς, μιλώντας γενικά, ορισμένες χώρες και περιοχές είναι διάσημες για την ιδιαίτερη παράδοση που έχουν στα τρόφιμα, αλλά επίσης γιατί αρκετοί καταναλωτές προτιμούν τα τοπικά τρόφιμα, επειδή τα γνωρίζουν και εμπιστεύονται τους τοπικούς ελέγχους και επίσης επειδή θέλουν να υποστηρίξουν τις τοπικές οικονομίες. Άλλοι λόγοι: μπορούν αν θέλουν να συναντήσουν τους παραγωγούς, και μπορεί να θεωρούν τα τοπικά τρόφιμα πιο φιλικά προς το περιβάλλον, αφού η μεταφορά σε μεγάλη απόσταση σημαίνει μόλυνση.
Κρατήστε στο νου σας
«Η ποιότητα δεν συμβαίνει ποτέ τυχαία. Είναι πάντοτε αποτέλεσμα ευφυούς προσπάθειας»
Αν η ποιότητα αυτού που πουλάτε αλλάζει από εβδομάδα σε εβδομάδα, οι καταναλωτές μπορεί να το συνδέσουν με κάποιο βαθμό «κινδύνου», όπως στην Ρωσική ρουλέτα: θα είναι καλό ή κακό; Θα κάνω καλή εντύπωση αν το πάω στο δείπνο που με έχουν καλέσει; Για το λόγο αυτό, είναι καλύτερο να υπάρχει σταθερή ποιότητα.
Τα πράγματα αλλάζουν– όπως στην περίπτωση του οίνου – αν γίνει σαφές στους καταναλωτές ότι η διαφορά στην ποιότητα είναι σημαντικό στοιχείο των βιοτεχνικών προϊόντων, αφού βασίζεται στις πρώτες ύλες που μπορεί να αλλάζουν από χρονιά σε χρονιά ανάλογα με τις κλιματολογικές συνθήκες. Το καλύτερο σχετικό παράδειγμα είναι ο οίνος (οι άνθρωποι θέλουν να γνωρίζουν αν μια συγκεκριμένη χρονιά ήταν καλή ή κακή για έναν συγκεκριμένο οίνο), ενώ με το ελαιόλαδο, που έχει τα ίδια χαρακτηριστικά, αρκετοί καταναλωτές προτιμούν μείγματα που διατηρούν σταθερή τη γεύση. Η διαφορά, και πάλι, έγκειται στην επικοινωνία και την πολιτισμική προσαρμογή των καταναλωτών. Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει ότι η επικοινωνία μας επιτρέπει να πουλάμε ανεπάρκεια και λάθος καλλιεργητικές πρακτικές ως στοιχεία ποιότητας – το προϊόν είναι πάντα σημαντικό.
Όπως είπαμε, η ποιότητα μπορεί να μετρηθεί – μπορούμε να προσδιορίσουμε ειδικούς δείκτες και να κάνουμε μετρήσεις βάσει συγκεκριμένης ανάλυσης. Μπορεί να είναι θετικοί δείκτες, όπως η παρουσία βιταμινών και άλλων θρεπτικών ουσιών, ή ανάλυση που δείχνει την απουσία «κακών» στοιχείων.
Ένα ενδιαφέρον και πλέον «επίσημο» μετρήσιμο στοιχείο ποιότητας σε μια επιχείρηση είναι η «Έκθεση Βιωσιμότητας». Η βιωσιμότητα μιας επιχείρησης αφορά την ανταλλαγή αξίας μεταξύ της εταιρείας και των αποδεκτών των προϊόντων της και αφορά τόσο περιβαλλοντικές όσο και οικονομικές και κοινωνικές πτυχές.
Όλες αυτές οι πτυχές μπορούν να μετρηθούν σύμφωνα με συγκεκριμένες μεθόδους, να συμπεριληφθούν σε αναφορές και να γνωστοποιηθούν.
Λειτουργούν στην αγορά Ευρωπαϊκά συστήματα παράλληλα με διαρκώς αυξανόμενα δημόσια ή ιδιωτικά συστήματα πιστοποίησης.
Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης – ΠΟΠ: καλύπτει αγροτικά προϊόντα και είδη διατροφής που παράγονται, μεταποιούνται και παρασκευάζονται σε μια συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή χρησιμοποιώντας αναγνωρισμένη τεχνογνωσία.
Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη – ΠΓΕ: καλύπτει αγροτικά προϊόντα και είδη διατροφής που συνδέονται στενά με μια γεωγραφική περιοχή. Τουλάχιστον ένα στάδιο της παραγωγής, της μεταποίησης ή της παρασκευής γίνεται σε αυτήν την περιοχή.
Εγγυημένο Παραδοσιακό Ιδιότυπο Προϊόν – ΕΠΙΠ: υπογραμμίζει τον παραδοσιακό χαρακτήρα, είτε στη σύνθεση είτε στον τρόπο παραγωγής
Προϊόν A | Προϊόν B | |
Παράμετρος a | ||
Παράμετρος b | ||
Παράμετρος c | ||
Παράμετρος d | Παράμετρος e |